KIBRIS MACERASI - The CYPRUS ADVENTURE - ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ (1927 - 1931)
Δημοσιευμενο σε τρεις γλωσσες: Ελληνικα, Αγγλικα και Τουρκικα
ISBN 978-9963-660-52-0
Εκδοτης Galeri Kültür Kitabevi
174, Tanzimat Sokak, Hüseyin Tahir Apt. 1-2, Lefkoşa
galerikultur@yahoo.com
http://www.galerikulturyayinlari.com/detay.php?id=66#
Τιμη: Euro 16,17 η TL 45
Το «Medelhavsmuseet» (Μουσείο Αρχαιοτήτων της Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής) της Στοκχόλμης στεγάζει τη μεγαλύτερη και σημαντικότερη συλλογή κυπριακών αρχαιοτήτων που βρίσκονται εκτός του νησιού. Στην ουσία, το μουσείο αυτό ιδρύθηκε λόγω των χιλιάδων αρχαιοτήτων που κατέληξαν από την Κύπρο στη Σουηδία, ως αποτέλεσμα των εκτεταμένων ανασκαφικών δραστηριοτήτων της Σουηδικής Αρχαιολογικής Αποστολής, της λεγόμενης «Swedish Cyprus Expedition», η οποία εργάστηκε σε όλο το νησί από το 1927 ως το 1931.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1927 ο Einar Gjerstad, συνοδευόμενος από το Λουκή Πιερίδη και τον Αντώνιο Παπαπέτρου, ανώτερο κτηματολογικό υπάλληλο, επισκέφθηκαν τη Λάπηθο και το Καραβοστάσι για να εξασφαλίσουν, σύμφωνα με τον Περί Αρχαιοτήτων Νόμο, την άδεια των ιδιοκτητών των χωραφιών όπου θα διενεργούσαν ανασκαφές. Ο δήμαρχος Λαπήθου και ο μουχτάρης του Καραβοστασίου, καθώς και ο Λουκής Πιερίδης, ήταν αυτοί που έπαιξαν καταλυτικό ρόλο και ανέλαβαν να πείσουν τους χωρικούς.
Τα μέλη της Σουηδικής Αποστολής, εκτός από τον Einar Gjerstad (1897-1988) που ήταν επίσης ο επικεφαλής, ήταν οι αρχαιολόγοι Alfred Westholm (1904-1996) και Erik Sjöqvist (1903-1975) και ο αρχιτέκτονας John Lindros (1898- 1961). Όλοι τους ήταν κάτω των τριάντα ετών. Στη διάρκεια των τεσσάρων χρόνων που παρέμεινε στην Κύπρο η Σουηδική Αποστολή διενήργησε ανασκαφές σε 21 θέσεις, εφαρμόζοντας τις τότε ισχύουσες μεθόδους της σκανδιναβικής αρχαιολογίας. Μερικές από τις θέσεις αυτές είναι η Αμαθούντα, το Κίτιον, το Ιδάλιον, η Έγκωμη, το Μάριον, οι Σόλοι, η Αγία Ειρήνη, η Κυθρέα, η Λάπηθος, η Πέτρα του Λιμνίτη και άλλες. Για τη διαχείριση της Σουηδικής Αποστολής είχε συσταθεί μια επιτροπή στη Σουηδία, υπό την προεδρία του τότε πρίγκιπα και μετέπειτα βασιλιά της Σουηδίας, Gustaf Adolf Στ ́, ο οποίος είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα αρχαιολογικά πράγματα, μια και ο ίδιος είχε σπουδάσει αρχαιολογία.
Ο επιστημονικός στόχος ήταν να καθοριστεί μια χρονολογική αλληλουχία για την αρχαιολογία της Κύπρου και να δοθούν απαντήσεις σε διάφορα άλλα επιστημονικά ερωτήματα. Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο θα έπρεπε να αναζητήσουν και να ανασκάψουν κλειστά αρχαιολογικά σύνολα που προέρχονταν από τάφους, ναούς και ιερά, δημόσια κτίρια και οικισμούς, σε μια προσπάθεια να μελετηθεί η αρχαιολογική στρωματογραφία και να εντοπιστούν αντιπροσωπευτικά αντικείμενα που να καλύπτουν όλες τις εκφάνσεις του αρχαίου δημόσιου και ιδιωτικού βίου. Στόχος τους επίσης ήταν να ανασκάψουν σε διάφορες περιοχές σε όλο το νησί για να μπορέσουν να μελετήσουν τυχόν τοπικές πολιτιστικές διαφορές.
Τελος Νοεμβρίου του 1929 εγινε η εντυπωσιακή ανασκαφή του ιερού της Αγίας Ειρήνης, που βρίσκεται στη βορειοδυτική ακτή της Κύπρου. H́ταν ο Παπα-Προκόπιος, ο ιερέας του χωριού, που ανακάλυψε τυχαία το αρχαίο ιερό στο χωράφι του, ενημέρωσε το Μουσείο και η Σουηδική Αποστολή κατάφερε να εξασφαλίσει άδεια ανασκαφής. Ο πατήρ Προκόπιος κατέχει μια κεντρική θέση στην αφήγηση του Gjerstad σχετικά με τη «μαγικήανασκαφή» στην Αγία Ειρήνη. Στη θέση αυτή οι Σουηδοί ανέσκαψαν ένα μοναδικό ασύλητο υπαίθριο ιερό που είχε μια διάρκεια ζωής 1000 περίπου χρόνων: από την ύστερη εποχή του χαλκού μέχρι και την αρχαϊκή περίοδο, που ήταν και η σημαντικότερη φάση του ιερού. Στο χώρο αυτό βρέθηκαν, μεταξύ άλλων, πέραν των 2000 πήλινων αγαλμάτων και αγαλματίων που απεικονίζουν ανδρικές κυρίως μορφές και ζώα, τα οποία ήταν τοποθετημένα ως αναθήματα γύρω από το βωμό, σχηματίζοντας ένα ημικύκλιο. Οι οπλισμένες ανδρικές μορφές, τα ειδώλια ταύ- ρων και τα άρματα παραπέμπουν στη λατρεία μιας ανδρικής θεότητας του πολέμου και της γονιμότητας.
Αναφέρεται και στους εργάτες, «στους επιλέκτους άνδρας», όπως τους ονομάζει, από τον Καραβά: «Ο Χρίστος ο σκεπτικός φιλόσοφος...και ο Σόλων...ο εκστατικός χορευτής, όστις εκτελεί άγριους χορούς πέριξ της πυράς του στρατοπέδου. Ο Σόλων σκάπτει εις τους Σόλους». Μαθαίνουμε επίσης για τα κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά συμφραζόμενα μέσα στα οποία έδρασε η Σουηδική Αποστολή.
Το σύνολο των κινητών ευρημάτων της Αποστολής ήταν περίπου 18.000 αντικείμενα. Περισσότερα από τα μισά δόθηκαν στους Σουηδούς, εκτός από την περίπτωση των χρυσών και αργυρών αντικειμένων και των μεγάλων πήλινων αγαλμάτων. Ολόκληρος ο θησαυρός του Βουνίου παρέμεινε στην Κύπρο, εκτός από τα νομίσματα, τα οποία διχοτομήθηκαν. Τα ευρήματα από τους τάφους στους Στύλλους, τους οποίους ανέσκαψε ο Πρίγκηπας, δόθηκαν όλα στους Σουηδούς. Τα 2000 πήλινα αγάλματα και αγαλμάτια από το ιερό της Αγίας Ειρήνης μοιράστηκαν μεταξύ Κύπρου και Σουηδίας. Τελικά οι Σουηδοί, έλαβαν γύρω στα 12000 αντικείμενα, δηλαδή ένα ποσοστό 65% περίπου, μαζί με πάρα πολλά όστρακα, τα οποία φυλάσσονται σε 5000 κιβώτια στις αποθήκες του «Medelhavsmuseet». Στις αρχές Μαρτίου του 1931 τα 771 ξύλινα κιβώτια όπου είχε συσκευαστεί το μερίδιο των Σουηδών, στάλθη- καν με ειδικό τραίνο στο λιμάνι της Αμμοχώστου, όπου φορ- τώθηκαν σε σουηδικό πλοίο και αναχώρησαν για τη Σουηδία.
Τα αποτελέσματα των ανασκαφών δημοσιεύτηκαν στη γνωστή σειρά «The Swedish Cyprus Expedition», η έκδοση της οποίας άρχισε στα 1934 και ολοκληρώθηκε στα 1972. Πρόκειται για μια πολύτομη μνημειακή έκδοση, που έθεσε στέρεες βάσεις για την επιστημονική πλέον θεώρηση της αρχαιολογίας της Κύπρου. Η έκδοση αυτή χρησιμοποιείται ακόμη ως βιβλίο αναφοράς και αρκετά από τα πορίσματα της Σουηδικής Αποστολής ισχύουν μέχρι σήμερα, ενδεικτικό του πόσο συστηματικά εργάστηκαν. Αναρίθμητες διατριβές και πλήθος επι- στημονικών άρθρων έχουν συγγραφεί με βάση το υλικό που ανέσκαψαν οι Σουηδοί, το οποίο αποτελεί ανεξάντλητη πηγή μελέτης μέχρι τις μέρες μας. Από τότε, η Σουηδία έγινε ένα από τα κέντρα μελέτης της αρχαιολογίας της Κύπρου, η οποία έλαβε πλέον τη θέση που της άξιζε στο διεθνές αρχαιολογικό στερέωμα.
Οι Σουηδοί έθεσαν τις βάσεις για την επιστημονική αντιμετώπιση των αρχαιοτήτων του νησιού και μας άφησαν έναν τεράστιο πλούτο πληροφοριών για την Κύπρο, που αποτελείται από χιλιάδες φωτογραφίες, μια κινη- ματογραφική ταινία, αναρίθμητες επιστολές, δεκάδες επιστημονικά και εκλαϊκευμένα άρθρα και μελέτες, μέσα από τα οποία θα μπορούσε κανείς να ανασυστήσει την κυπριακή πραγματικότητα, τόσο τη σύγχρονη όσο και την ιστορική.